-Εντάξει. Τι είναι αυτό το μαύρο πτερύγιο από καουτσούκ πάνω από τη μηχανή;
-Όταν βρέχει πολύ, την εμποδίζει να πλημμυρίσει. Θα δείτε κάμποσους από τη Γαλλία σταματημένους στην άκρη του δρόμου με βλάβη, επειδή δεν πίστεψαν στη χρησιμότητα τούτου του εξαρτήματος... Τα' χει τα χρονάκια του, αλλά οι Σκαραβαίοι είναι γερά αμάξια κι εύκολοι στη συντήρηση. Παίρνει απλή αμόλυβδη.
Άνοιξε την πόρτα του οδηγού, τράβηξε τη λαβή τού πορτμπαγκάζ και έδειξε έναν κρίκο στα αριστερά τού συμπλέκτη.
-Και, αν τραβήξετε εδώ, απελευθερώνεται ένα απόθεμα βενζίνης τριών λίτρων.
Σήκωσε το καπό.
-Μπροστά, στο πορτμπαγκάζ, η ρεζέρβα: η βαλβίδα είναι συνδεδεμένη με το δοχείο του υγρού των υαλοκαθαριστήρων· έξυπνο, ε; Μια συμβουλή: να αποφεύγετε τις λακούβες για να μη χτυπήσετε το κάτω μέρος του οχήματος, που είναι πολύ χαμηλό, και μην ξεχνάτε πως έχει κίνηση στους πίσω τροχούς... Αλλιώς, μπορεί να έχετε δυσάρεστες εκπλήξεις στις στροφές.
Η λευκή Καραϊβική
Maurice Attiaμετάφραση: Χαρά Σκιαδέλλη
Πόλις, 2018
Ο Πάκο, ο αστυνόμος που γνωρίσαμε στο Μαύρο Αλγέρι, την "Κόκκινη
Μασσαλία" και το "Παρίσι Μπλουζ", έχει πια εγκαταλείψει την αστυνομία
και εργάζεται ως δικαστικός συντάκτης και κριτικός κινηματογράφου στην
εφημερίδα 'Le Provencal'. Η γυναίκα του η Ιρέν, από την πλευρά της,
συνεχίζει με επιτυχία τις δραστηριότητές της στο κατάστημα με καπέλα που
διατηρεί. Τη γαλήνια ζωή τους θα ταράξει ένα πανικόβλητο τηλεφώνημα από
τον παλιό συνεργάτη του, τον Κουπί. Μια έκκληση για βοήθεια, την οποία ο
Πάκο δεν μπορεί να αγνοήσει. Παίρνει αμέσως το αεροπλάνο για τη
Γουαδελούπη. Στον Κουπί, εκείνος και η Ιρέν, χρωστούν τη ζωή τους.
Ο Κουπί έχει καταφύγει στην Καραϊβική, στις Γαλλικές Αντίλλες, με τη σύντροφό του την Εύα. Βυθισμένος στο αλκοόλ, εργάζεται ως νυχτοφύλακας και γίνεται μάρτυρας μιας δολοφονίας, στην οποία κινδυνεύει να εμπλακεί και ο ίδιος. Εδώ, η Γουαδελούπη δεν έχει τίποτα το εξωτικό. Βρισκόμαστε μακριά από τις παραδεισένιες ακτές, μπλεγμένοι σε ένα σκοτεινό σύμπαν που περιλαμβάνει φόνους διακεκριμένων προσωπικοτήτων, πολιτικο-οικονομική διαπλοκή, φιλόδοξες γυναίκες, λαθρεμπόριο κάθε είδους, και μαύρη μαγεία, σε μια περιοχή όπου η αποικιοκρατία δίνει τη θέση της σε νεοαποικιακές πρακτικές.
Ο Αττιά, για μία ακόμα φορά, συνδέει αριστοτεχνικά την αστυνομική πλοκή με την ιστορία και το πολιτικο-κοινωνικό περιβάλλον. Περιγράφει με ζοφερά χρώματα την αποικιοκρατία και προσθέτει άλλη μία σκοτεινή νότα: την απειλή μιας επικείμενης ηφαιστειακής έκρηξης, που δίνει τον τόνο στην όλη αφήγηση. Η "Λευκή Καραϊβική" είναι το πρώτο μυθιστόρημα μιας νέας τριλογίας, που αρχίζει το 1976 και τελειώνει το 1981.
Ο Κουπί έχει καταφύγει στην Καραϊβική, στις Γαλλικές Αντίλλες, με τη σύντροφό του την Εύα. Βυθισμένος στο αλκοόλ, εργάζεται ως νυχτοφύλακας και γίνεται μάρτυρας μιας δολοφονίας, στην οποία κινδυνεύει να εμπλακεί και ο ίδιος. Εδώ, η Γουαδελούπη δεν έχει τίποτα το εξωτικό. Βρισκόμαστε μακριά από τις παραδεισένιες ακτές, μπλεγμένοι σε ένα σκοτεινό σύμπαν που περιλαμβάνει φόνους διακεκριμένων προσωπικοτήτων, πολιτικο-οικονομική διαπλοκή, φιλόδοξες γυναίκες, λαθρεμπόριο κάθε είδους, και μαύρη μαγεία, σε μια περιοχή όπου η αποικιοκρατία δίνει τη θέση της σε νεοαποικιακές πρακτικές.
Ο Αττιά, για μία ακόμα φορά, συνδέει αριστοτεχνικά την αστυνομική πλοκή με την ιστορία και το πολιτικο-κοινωνικό περιβάλλον. Περιγράφει με ζοφερά χρώματα την αποικιοκρατία και προσθέτει άλλη μία σκοτεινή νότα: την απειλή μιας επικείμενης ηφαιστειακής έκρηξης, που δίνει τον τόνο στην όλη αφήγηση. Η "Λευκή Καραϊβική" είναι το πρώτο μυθιστόρημα μιας νέας τριλογίας, που αρχίζει το 1976 και τελειώνει το 1981.
«Τρέχει, τρέχει και τρέχει και τρέχει», διακήρυττε εύγλωττα μια διάσημη γερμανική διαφήμιση του 1960 για το Beetle της Volkswagen. Ενώ το μήνυμα τότε ήταν σαφές και εμφατικό, αναφορικά με την αξιοπιστία του αυτοκινήτου και την επιτυχημένη παγκόσμια πορεία του, οι διαφημιστές που το σκέφτηκαν δεν θα μπορούσαν να υποθέσουν ότι και σήμερα ο Σκαραβαίος θα πρωταγωνιστούσε ακόμα.
Η ιστορία του Σκαραβαίου ταυτίζεται με αυτή της
αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen κι αρχίζει κάπου στα μέσα της δεκαετίας
του 1930, στη Ναζιστική Γερμανία. Η ιδέα για τη δημιουργία του ανήκει
στον Αδόλφο Χίτλερ, ο οποίος οραματίστηκε ένα φθηνό αυτοκίνητο, που θα μπορούσε να το αποκτήσει σχεδόν ο καθένας με τις οικονομίες του.
Παρότι σχεδιάστηκε ως το «λαϊκό αυτοκίνητο», το θρυλικό κατσαριδάκι
διέψευσε κάθε πρόβλεψη. Έγινε διαχρονικό, κυρίως μετά τη δεκαετία του
'60, οπότε «υιοθετήθηκε» από τους χίπις.
Στο Το εξώφυλλο του δίσκου των Beatles Abbey Road (1969)
Στις 21 Ιουλίου
του 2003 βγήκε από τη γραμμή παραγωγής του εργοστασίου στο Μεξικό ο
τελευταίος κλασσικός Σκαραβαίος, ο οποίος τοποθετήθηκε στο μουσείο της
εταιρίας στο Βόλφσμπαργκ της Γερμανίας. Έως τότε είχαν πωληθεί
περισσότερα από 21,5 εκατομμύρια μοντέλα.
Στις μέρες μας, οι φανατικοί φίλοι του «Σκαραβαίου» παραμένουν πολλοί και κάθε χρόνο στις 22 Ιουνίου γιορτάχουν την Παγκόσμια Ημέρα Σκαραβαίου.
Το διάσημο Beetle με το όνομα Χέρμπι που πρωταγωνίστησε στην ταινία «The Love Bug», το 1968
Ο Μπέρναρντ Ράιγκερ, καθηγητής της Ευρωπαϊκής Βιομηχανικής Ιστορίας στο
University College του Λονδίνου, στο βιβλίο του «Το αυτοκίνητο του
λαού», περιγράφει πώς αυτό το μοντέλο ήρθε για να συμβολίσει το ευρύτερο
μεταπολεμικό «οικονομικό θαύμα» το οποίο έκανε τη Γερμανία να
μετατραπεί από μια κατεστραμμένη γη σε μια ευημερούσα χώρα – σε, μόλις,
20 χρόνια.
Το αυτοκίνητο ήταν αρχικά γνωστό ως «Käfer», δηλαδή «Σκαθάρι» στα γερμανικά, και από αυτό προήλθε και η γνωστή λαϊκή ονομασία σε πολλά κράτη, όπως «Σκαραβαίος» στην Ελλάδα και «Beetle» στις αγγλόφωνες χώρες. Ειδικότερα η λέξη «Beetle», υιοθετήθηκε στις ΗΠΑ ως το επίσημο όνομα του μοντέλου μόλις τον Αύγουστο του 1967. Προηγουμένως ήταν γνωστό ως «VW Type 1», υποδηλώνοντας ότι ήταν το πρώτο μοντέλο στην ιστορία της Volkswagen, ενώ στην Ευρώπη
αναφερόταν επίσημα ως το VW 1100, 1200, 1300, 1500 ή 1600, ανάλογα με
τον κυβισμό της κάθε έκδοσης, και αυτές ήταν οι ονομασίες που
αναγράφονταν στο πίσω μέρος των οχημάτων.
Το εργοστάσιο της Volkswagen στη γερμανική πόλη Βόλφσμπουργκ, το 1956
Γραμμή παραγωγής ''Σκαραβαίου'', το 1949
Γραμμή παραγωγής ''Σκαραβαίου'', το 1973