Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

Ατμοηλεκτρικός Σταθμός ΑΗΣ (1903)

Βρισκόμαστε στο 1903. Στο Νέο Φάληρο, που τότε είναι ακόμα συνοικισμός του Πειραιά, ολοκληρώνεται και ξεκινά τη λειτουργία του ο πρώτος στην Ελλάδα ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ένα εργοστάσιο που  σηματοδοτεί τις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που θα επιφέρει ο νέος αιώνας, που μόλις είχε ξεκινήσει.



Μπορεί η μεμονωμένη φωταγώγηση δρόμων και δημόσιων κτιρίων να είχε προηγηθεί κάποια χρόνια νωρίτερα, η δημιουργία του σταθμού ωστόσο ανοίγει πια το μακρύ δρόμο του καθολικού εξηλεκτρισμού, δημιουργώντας καινούργιες παραμέτρους στην αγροτική παραγωγή, στη βιομηχανία αλλά και στον τρόπο διαβίωσης των ανθρώπων.  

 

 Έτσι λοιπόν, το πρώτο μεγάλο έργο, αμέσως την επόμενη χρονιά λειτουργίας του ΑΗΣ, αφορά στον αστικό σιδηρόδρομο Αθηνών- Πειραιώς. Ο ατμοκίνητος αποτελεί παρελθόν και ο ηλεκτροκίνητος πλέον σιδηρόδρομος εξασφαλίζει την απρόσκοπτη, καθαρή και γρηγορότερη μετακίνηση. Δυο χρόνια αργότερα, το 1906, με την ηλεκτροδότηση των βιομηχανικών μονάδων, η ατμοκίνητη βιομηχανία περνά στο επόμενο στάδιο της ιστορίας της,  ενώ η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας αξιοποιείται και στις εγκαταστάσεις άρδευσης του Ρέντη για τις ανάγκες των γεωργικών εκτάσεων της ευρύτερης περιοχής.

Εύκολα καταλαβαίνουμε ότι η επιλογή της θέσης του εργοστασίου είναι στρατηγική. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις θα αναπτυχθούν εκτός των ορίων του κέντρου της πρωτεύουσας και σταδιακά η αναβάθμιση της οδού Πειραιώς και η κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου για τη μεταφορά επιβατών, εμπορευμάτων και πρώτων υλών, θα καταστήσουν τις νότιες και σε κοντινή  απόσταση από το λιμάνι του Πειραιά, περιοχές πρόσφορες για τα καινούργια εργοστάσια. 


 Στις απαρχές του 20ου αιώνα πια, η Ελλάδα ακολουθεί το δικό της βηματισμό ανάπτυξης και παρά τις αντίξοες πολιτικές συνθήκες, σε αυτή την περιοχή δραστηριοποιούνται σημαντικά εργοστάσια αυτής της πρώιμης εκβιομηχάνισης της χώρας. Κάποια από αυτά είναι το σιδηρουργείο-μηχανοποιείον Βασιλειάδη, το οποίο στο τέλος του αιώνα μεθεγκαθίσταται εντός του λιμένα και εξελίσσεται σε μεγάλη ναυπηγική και μηχανουργική μονάδα, το εργοστάσιο «Μωσαϊκών Πλακών και Ευρωπαϊκών Κεράμων» Δηλαβέρη και τα Χρωματοποιεία Πειραιώς, τα οποία από το 1899 μεταφέρονται σε μεγαλύτερες εγκαταστάσεις στο Νέο Φάληρο.

Πέρα λοιπόν από την παρουσία των βιομηχανιών εδώ, η χωροθέτηση του ΑΗΣ είναι ιδανική και για έναν ακόμα σπουδαίο λόγο, μιας και ο σταθμός εκμεταλλεύεται το φυσικό περιβάλλον για τη λειτουργία του. Έτσι, η θαλάσσια οδός προσφέρεται για τη μεταφορά του λιγνίτη από την Αγγλία – την έδρα της ιδιοκτήτριας εταιρείας του ΑΗΣ- και από τον Ωρωπό, αλλά και το απαραίτητο για την παραγωγή του ατμού νερό προέρχεται από τη θάλασσα και τον παρακείμενο Κηφισό ποταμό, στον οποίο και εκχύνεται μετά τη θέρμανσή του. 



Μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα ο σταθμός αποτελείται από τρία κτίρια, το κεντρικό, το κτίριο του υποσταθμού και το κτίριο της διοίκησης και δύο δεξαμενές. Τα κτίρια ανεγέρθηκαν σε επαφή το ένα με το άλλο, σταδιακά από το 1896 και σχεδιάστηκαν από Άγγλους μηχανικούς. Η αρχιτεκτονική των βιομηχανικών κτιρίων έτσι κι αλλιώς δίνει έμφαση κυρίως στη λειτουργικότητα και μετά στη ρυθμολογία, γι’ αυτό και ιδιαίτερη μορφολογική μέριμνα παρουσιάζει μόνο η πρόσοψη του κεντρικού κτιρίου, που βρίσκεται σε προβολή και χαρακτηρίζεται από κατακόρυφους άξονες, με ορθογωνικές και τριγωνικές συμμετρίες: Οι πεσσοί, οι βαθμιδωτοί πεσσίσκοι στην κορυφή της στέγης, τα μεγάλα ανοίγματα των υαλοστασίων για το φυσικό φωτισμό του εσωτερικού μαζί με το στρογγυλό φεγγίτη διασπούν την αυστηρότητα και τη μονοτονία της αρχιτεκτονικής που συναντάμε σε τέτοιου είδους οικοδομήματα. Στην είσοδο του κτιρίου οδηγεί μια διπλή κυματοειδής σκάλα και η εμφανής λιθοδομή περιμετρικά του κτιρίου δίνει την εντύπωση ότι αυτό είναι τοποθετημένο πάνω σε βάση.  Αυτή η διάρθρωση της όψης θυμίζει σε βασικά της στοιχεία την κύρια όψη του κεντρικού κτιρίου της εργατικής οικιστικής μονάδας Familistére, που είχε ανεγερθεί το 1850, και φαίνεται να είναι ένα κοινό μορφολογικό στοιχείο που έχει χρησιμοποιηθεί και σε άλλα βιομηχανικά κτίρια στην Ελλάδα.     

ΑΗΣ


Με τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, οι συνθήκες για την ανάπτυξη της βιομηχανίας γίνονται ολοένα και πιο ευνοϊκές. Το 1910 η ισοτιμία δραχμής–χρυσού δίνει κάποια ώθηση στην ανάπτυξη αυτή, η οποία ενισχύεται το 1920 με τη νέα δασμολογική πολιτική. Στα χρόνια αυτά σημειώνονται οι πρώτοι μεγάλοι εργατικοί αγώνες για την κατοχύρωση βασικών δικαιωμάτων για τις συνθήκες και το ωράριο εργασίας. Έτσι, το 1916 αποτελεί ένα έτος σταθμό στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος: στη Σέριφο ξεσπά η μεγάλη αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων ενώ από τον ΑΗΣ Νέου Φαλήρου ξεκινά η πρώτη μαχητική απεργία τον τομέα του ηλεκτρισμού.  


Ατμοηλεκτρικός Σταθμός ΑΗΣ (1903): Η ιστορία του εγκαταλελειμμένου εργοστασίου στο Νέο Φάληρο
  
Ατμοηλεκτρικός Σταθμός ΑΗΣ (1903): Η ιστορία του εγκαταλελειμμένου εργοστασίου στο Νέο Φάληρο
   
Ατμοηλεκτρικός Σταθμός ΑΗΣ (1903): Η ιστορία του εγκαταλελειμμένου εργοστασίου στο Νέο Φάληρο   
Ατμοηλεκτρικός Σταθμός ΑΗΣ (1903): Η ιστορία του εγκαταλελειμμένου εργοστασίου στο Νέο Φάληρο
  

Τα νέα εργοστάσια λοιπόν, η επέκταση της ηλεκτροδότησης στη σιδηροδρομική γραμμή Αθηνών - Κηφισιάς, οι αυξανόμενες ανάγκες για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σε ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους, μετά και την πληθυσμιακή ανάπτυξη της πρωτεύουσας στη διάρκεια του μεσοπολέμου, οδήγησαν το 1929 στην ολοκλήρωση της κατασκευής ενός μεγαλύτερου ατμοηλεκτρικού σταθμού, στον Άγιο Δημήτριο στο Κερατσίνι. Ο ΑΗΣ Νέου Φαλήρου σιγά σιγά λειτουργεί επικουρικά στη μεγαλύτερη μονάδα και όταν τη δεκαετία του 1940, και οι δύο  σταθμοί έχουν ως  πρώτη καύσιμη ύλη το πετρέλαιο, συνδέονται μεταξύ τους με υπόγειο δίκτυο αγωγών για τη μεταφορά του. Ο ατμοηλεκτρικός σταθμός του Νέου Φαλήρου συνεχίζει να λειτουργεί εφεδρικά μέχρι το 1972, οπότε κατεβαίνουν οριστικά οι διακόπτες του.
Η γνωριμία μας με το εργοστάσιο του Φαλήρου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Πολλές φορές η έρευνα έφτανε σε αδιέξοδο καθώς αρκετά συχνά η ιστορία των 2 ΑΗΣ της Αττικής συγχέεται στις διαδικτυακές πηγές, κυρίως σχετικά με τις απεργίες των εργατών στα τέλη της δεκαετίας του 1930 και αργότερα με τη μάχη της ηλεκτρικής το 1944. Ήταν όμως και εποικοδομητική γιατί είχαμε την ευκαιρία να επισκεφτούμε τα γραφεία της ΔΕΗ στην οδό Χαλκοκονδύλη και να συζητήσουμε με τον αναπληρωτή τομεάρχη Αρχείων της ΔΕΗ, κ. Δημόπουλο, για την προσπάθεια που καταβάλλεται ώστε να οργανωθεί το μεγάλο Ιστορικό Αρχείο της επιχείρησης. Και παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν για την πλήρη αποκατάσταση του ΑΗΣ Νέου Φαλήρου, η ΔΕΗ επιχειρεί τα τελευταία χρόνια, να προσελκύσει το κοινό, διοργανώνοντας στα ήδη συντηρημένα κτίρια, εκθέσεις και θεατρικές παραστάσεις.   
Πηγή: http://www.inexarchia.gr/story/think/atmoilektrikos-stathmos-ais-1903-i-istoria-arhitektoniki-toy-egkataleleimmenoy

Το Ταξίδι της Ηλεκτρικής Ενέργειας


Οδοιπορικό στα ορυχεία της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα


Πρωταγωνιστές, ΔΕΗ

Ένα χωριό-φάντασμα, το οποίο οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν πριν από 25 χρόνια, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως τόπος εξόρυξης και μεταφοράς λιγνίτη Η περιοχή αυτή βρίσκεται δίπλα σε ορυχεία και διασχίζεται από τους ταινιοδρόμους του λιγνίτη, στην πορεία τους, προς τα παρακείμενα εργοστάσια της Δ.Ε.Η., στην ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης. Ο λιγνίτης υπάρχει σε αφθονία στα σπλάχνα του τόπου αυτού και με την καύση του, αποτελεί μία πολύ εύκολη και αποδοτική πηγή ενέργειας.

Ιστορική ανασκόπηση της αξιοποίησης λιγνιτικών κοιτασμάτων

Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για την εκμετάλλευση λιγνιτικών κοιτασμάτων στη χώρα μας άρχισε στο Αλιβέρι (Εύβοια) το 1873. Δυστυχώς μια φοβερή πλημμύρα το 1897 κατέστρεψε όλες τις επιφανειακές και υπόγειες εγκαταστάσεις εξόρυξης. Η εκμετάλλευση ξανάρχισε μετά τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Το 1922 η ετήσια παραγωγή έφθασε τους 23.000 τόνους και διατηρήθηκε μέχρι το 1927. Το επόμενο έτος η εκμετάλλευση σταμάτησε για οικονομικούς λόγους.
 Το 1951 ανέλαβε η ΔΕΗ την υπόγεια εκμετάλλευση των Ορυχείων στο Αλιβέρι, κατορθώνοντας να αυξήσει την παραγωγή σε 750 χιλιάδες τόνους το χρόνο και να τροφοδοτήσει μονάδες συνολικής ισχύος 230 MW. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 σταμάτησε η λειτουργία του λιγνιτωρυχείου Αλιβερίου.

Οι πρώτες συστηματικές έρευνες για την εντόπιση και αξιολόγηση των λιγνιτών της ευρύτερης περιοχής Πτολεμαϊδας άρχισαν μετά το 1938. Το 1955 συστάθηκε η εταιρία ΛΙΠΤΟΛ που είχε ως αντικείμενο την εκμετάλλευση του λιγνίτη και τη χρησιμοποίησή του για την παραγωγή μπρικετών, αζωτούχων λιπασμάτων, ημικώκ και ηλεκτρικής ενέργειας. Το 1959 το 90% των μετοχών της ΛΙΠΤΟΛ περιήλθαν στη ΔΕΗ.

Το 1975 συγχωνεύθηκε η ΛΙΠΤΟΛ στη ΔΕΗ. Η παραγωγή λιγνίτη που ήταν το 1959 1,3 εκ. τόνους , αυξήθηκε το 1975 σε 11,7 εκ. τόνους, το 1985 σε 27,3 εκ. τόνους και το 2006 σε 49 εκ. τόνους (συμπεριλαμβανομένου και του ορυχείου στη Φλώρινα)

Το λιγνιτικό κοίτασμα Μεγαλόπολης μελετήθηκε επιστημονικά για πρώτη φορά το 1957 και τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά. Το 1969 άρχισε από τη ΔΕΗ η εκμετάλλευση του λιγνίτη. Το γεγονός αυτό ήταν μία ιδιαίτερη περίπτωση σε παγκόσμιο επίπεδο, επειδή για πρώτη φορά τόσο φτωχός λιγνίτης εξορύσσεται και χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Το λιγνιτωρυχείο Μεγαλόπολης ξεκίνησε με μία ετήσια παραγωγή 1 εκ. τόνους και έφθασε το 2006 τους 13,5 εκ. τόνους.

Σήμερα η ΔΕΗ παράγει συνολικά περίπου 63 εκ. τόνους λιγνίτη σε ετήσια βάση. Η εντυπωσιακή ανάπτυξη των Λιγνιτωρυχείων της ΔΕΗ επιτρέπει στη χώρα μας να κατέχει τη δεύτερη θέση στην παραγωγή λιγνίτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την πέμπτη θέση στην Ευρώπη και την έκτη στον Κόσμο.