Βρισκόμαστε στο 1903. Στο Νέο Φάληρο, που τότε είναι ακόμα συνοικισμός του Πειραιά, ολοκληρώνεται και ξεκινά τη λειτουργία του ο πρώτος στην Ελλάδα ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ)
παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ένα εργοστάσιο που σηματοδοτεί τις
οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που θα επιφέρει ο νέος αιώνας, που
μόλις είχε ξεκινήσει.
Έτσι λοιπόν, το πρώτο μεγάλο έργο, αμέσως την επόμενη χρονιά λειτουργίας του ΑΗΣ, αφορά στον αστικό σιδηρόδρομο Αθηνών- Πειραιώς. Ο ατμοκίνητος αποτελεί παρελθόν και ο ηλεκτροκίνητος πλέον σιδηρόδρομος εξασφαλίζει την απρόσκοπτη, καθαρή και γρηγορότερη μετακίνηση. Δυο χρόνια αργότερα, το 1906, με την ηλεκτροδότηση των βιομηχανικών μονάδων, η ατμοκίνητη βιομηχανία περνά στο επόμενο στάδιο της ιστορίας της, ενώ η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας αξιοποιείται και στις εγκαταστάσεις άρδευσης του Ρέντη για τις ανάγκες των γεωργικών εκτάσεων της ευρύτερης περιοχής.
Εύκολα καταλαβαίνουμε ότι η επιλογή της θέσης του εργοστασίου είναι στρατηγική. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις θα αναπτυχθούν εκτός των ορίων του κέντρου της πρωτεύουσας και σταδιακά η αναβάθμιση της οδού Πειραιώς και η κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου για τη μεταφορά επιβατών, εμπορευμάτων και πρώτων υλών, θα καταστήσουν τις νότιες και σε κοντινή απόσταση από το λιμάνι του Πειραιά, περιοχές πρόσφορες για τα καινούργια εργοστάσια.
Στις απαρχές του 20ου αιώνα πια, η Ελλάδα ακολουθεί το δικό της βηματισμό ανάπτυξης και παρά τις αντίξοες πολιτικές συνθήκες, σε αυτή την περιοχή δραστηριοποιούνται σημαντικά εργοστάσια αυτής της πρώιμης εκβιομηχάνισης της χώρας. Κάποια από αυτά είναι το σιδηρουργείο-μηχανοποιείον Βασιλειάδη, το οποίο στο τέλος του αιώνα μεθεγκαθίσταται εντός του λιμένα και εξελίσσεται σε μεγάλη ναυπηγική και μηχανουργική μονάδα, το εργοστάσιο «Μωσαϊκών Πλακών και Ευρωπαϊκών Κεράμων» Δηλαβέρη και τα Χρωματοποιεία Πειραιώς, τα οποία από το 1899 μεταφέρονται σε μεγαλύτερες εγκαταστάσεις στο Νέο Φάληρο.
Πέρα λοιπόν από την παρουσία των βιομηχανιών εδώ, η χωροθέτηση του ΑΗΣ είναι ιδανική και για έναν ακόμα σπουδαίο λόγο, μιας και ο σταθμός εκμεταλλεύεται το φυσικό περιβάλλον για τη λειτουργία του. Έτσι, η θαλάσσια οδός προσφέρεται για τη μεταφορά του λιγνίτη από την Αγγλία – την έδρα της ιδιοκτήτριας εταιρείας του ΑΗΣ- και από τον Ωρωπό, αλλά και το απαραίτητο για την παραγωγή του ατμού νερό προέρχεται από τη θάλασσα και τον παρακείμενο Κηφισό ποταμό, στον οποίο και εκχύνεται μετά τη θέρμανσή του.
Μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα ο σταθμός αποτελείται από τρία κτίρια, το κεντρικό, το κτίριο του υποσταθμού και το κτίριο της διοίκησης και δύο δεξαμενές. Τα κτίρια ανεγέρθηκαν σε επαφή το ένα με το άλλο, σταδιακά από το 1896 και σχεδιάστηκαν από Άγγλους μηχανικούς. Η αρχιτεκτονική των βιομηχανικών κτιρίων έτσι κι αλλιώς δίνει έμφαση κυρίως στη λειτουργικότητα και μετά στη ρυθμολογία, γι’ αυτό και ιδιαίτερη μορφολογική μέριμνα παρουσιάζει μόνο η πρόσοψη του κεντρικού κτιρίου, που βρίσκεται σε προβολή και χαρακτηρίζεται από κατακόρυφους άξονες, με ορθογωνικές και τριγωνικές συμμετρίες: Οι πεσσοί, οι βαθμιδωτοί πεσσίσκοι στην κορυφή της στέγης, τα μεγάλα ανοίγματα των υαλοστασίων για το φυσικό φωτισμό του εσωτερικού μαζί με το στρογγυλό φεγγίτη διασπούν την αυστηρότητα και τη μονοτονία της αρχιτεκτονικής που συναντάμε σε τέτοιου είδους οικοδομήματα. Στην είσοδο του κτιρίου οδηγεί μια διπλή κυματοειδής σκάλα και η εμφανής λιθοδομή περιμετρικά του κτιρίου δίνει την εντύπωση ότι αυτό είναι τοποθετημένο πάνω σε βάση. Αυτή η διάρθρωση της όψης θυμίζει σε βασικά της στοιχεία την κύρια όψη του κεντρικού κτιρίου της εργατικής οικιστικής μονάδας Familistére, που είχε ανεγερθεί το 1850, και φαίνεται να είναι ένα κοινό μορφολογικό στοιχείο που έχει χρησιμοποιηθεί και σε άλλα βιομηχανικά κτίρια στην Ελλάδα.
Με τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, οι συνθήκες για την ανάπτυξη της βιομηχανίας γίνονται ολοένα και πιο ευνοϊκές. Το 1910 η ισοτιμία δραχμής–χρυσού δίνει κάποια ώθηση στην ανάπτυξη αυτή, η οποία ενισχύεται το 1920 με τη νέα δασμολογική πολιτική. Στα χρόνια αυτά σημειώνονται οι πρώτοι μεγάλοι εργατικοί αγώνες για την κατοχύρωση βασικών δικαιωμάτων για τις συνθήκες και το ωράριο εργασίας. Έτσι, το 1916 αποτελεί ένα έτος σταθμό στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος: στη Σέριφο ξεσπά η μεγάλη αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων ενώ από τον ΑΗΣ Νέου Φαλήρου ξεκινά η πρώτη μαχητική απεργία τον τομέα του ηλεκτρισμού.
Τα νέα εργοστάσια λοιπόν, η επέκταση της ηλεκτροδότησης στη σιδηροδρομική γραμμή Αθηνών - Κηφισιάς, οι αυξανόμενες ανάγκες για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σε ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους, μετά και την πληθυσμιακή ανάπτυξη της πρωτεύουσας στη διάρκεια του μεσοπολέμου, οδήγησαν το 1929 στην ολοκλήρωση της κατασκευής ενός μεγαλύτερου ατμοηλεκτρικού σταθμού, στον Άγιο Δημήτριο στο Κερατσίνι. Ο ΑΗΣ Νέου Φαλήρου σιγά σιγά λειτουργεί επικουρικά στη μεγαλύτερη μονάδα και όταν τη δεκαετία του 1940, και οι δύο σταθμοί έχουν ως πρώτη καύσιμη ύλη το πετρέλαιο, συνδέονται μεταξύ τους με υπόγειο δίκτυο αγωγών για τη μεταφορά του. Ο ατμοηλεκτρικός σταθμός του Νέου Φαλήρου συνεχίζει να λειτουργεί εφεδρικά μέχρι το 1972, οπότε κατεβαίνουν οριστικά οι διακόπτες του.
Η γνωριμία μας με το εργοστάσιο του Φαλήρου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Πολλές φορές η έρευνα έφτανε σε αδιέξοδο καθώς αρκετά συχνά η ιστορία των 2 ΑΗΣ της Αττικής συγχέεται στις διαδικτυακές πηγές, κυρίως σχετικά με τις απεργίες των εργατών στα τέλη της δεκαετίας του 1930 και αργότερα με τη μάχη της ηλεκτρικής το 1944. Ήταν όμως και εποικοδομητική γιατί είχαμε την ευκαιρία να επισκεφτούμε τα γραφεία της ΔΕΗ στην οδό Χαλκοκονδύλη και να συζητήσουμε με τον αναπληρωτή τομεάρχη Αρχείων της ΔΕΗ, κ. Δημόπουλο, για την προσπάθεια που καταβάλλεται ώστε να οργανωθεί το μεγάλο Ιστορικό Αρχείο της επιχείρησης. Και παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν για την πλήρη αποκατάσταση του ΑΗΣ Νέου Φαλήρου, η ΔΕΗ επιχειρεί τα τελευταία χρόνια, να προσελκύσει το κοινό, διοργανώνοντας στα ήδη συντηρημένα κτίρια, εκθέσεις και θεατρικές παραστάσεις.
Πηγή: http://www.inexarchia.gr/story/think/atmoilektrikos-stathmos-ais-1903-i-istoria-arhitektoniki-toy-egkataleleimmenoy
Μπορεί
η μεμονωμένη φωταγώγηση δρόμων και δημόσιων κτιρίων να είχε προηγηθεί κάποια
χρόνια νωρίτερα, η δημιουργία του σταθμού ωστόσο ανοίγει πια το μακρύ δρόμο του
καθολικού εξηλεκτρισμού, δημιουργώντας καινούργιες παραμέτρους στην αγροτική
παραγωγή, στη βιομηχανία αλλά και στον τρόπο διαβίωσης των ανθρώπων.

Έτσι λοιπόν, το πρώτο μεγάλο έργο, αμέσως την επόμενη χρονιά λειτουργίας του ΑΗΣ, αφορά στον αστικό σιδηρόδρομο Αθηνών- Πειραιώς. Ο ατμοκίνητος αποτελεί παρελθόν και ο ηλεκτροκίνητος πλέον σιδηρόδρομος εξασφαλίζει την απρόσκοπτη, καθαρή και γρηγορότερη μετακίνηση. Δυο χρόνια αργότερα, το 1906, με την ηλεκτροδότηση των βιομηχανικών μονάδων, η ατμοκίνητη βιομηχανία περνά στο επόμενο στάδιο της ιστορίας της, ενώ η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας αξιοποιείται και στις εγκαταστάσεις άρδευσης του Ρέντη για τις ανάγκες των γεωργικών εκτάσεων της ευρύτερης περιοχής.
Εύκολα καταλαβαίνουμε ότι η επιλογή της θέσης του εργοστασίου είναι στρατηγική. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, μεγάλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις θα αναπτυχθούν εκτός των ορίων του κέντρου της πρωτεύουσας και σταδιακά η αναβάθμιση της οδού Πειραιώς και η κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου για τη μεταφορά επιβατών, εμπορευμάτων και πρώτων υλών, θα καταστήσουν τις νότιες και σε κοντινή απόσταση από το λιμάνι του Πειραιά, περιοχές πρόσφορες για τα καινούργια εργοστάσια.
Στις απαρχές του 20ου αιώνα πια, η Ελλάδα ακολουθεί το δικό της βηματισμό ανάπτυξης και παρά τις αντίξοες πολιτικές συνθήκες, σε αυτή την περιοχή δραστηριοποιούνται σημαντικά εργοστάσια αυτής της πρώιμης εκβιομηχάνισης της χώρας. Κάποια από αυτά είναι το σιδηρουργείο-μηχανοποιείον Βασιλειάδη, το οποίο στο τέλος του αιώνα μεθεγκαθίσταται εντός του λιμένα και εξελίσσεται σε μεγάλη ναυπηγική και μηχανουργική μονάδα, το εργοστάσιο «Μωσαϊκών Πλακών και Ευρωπαϊκών Κεράμων» Δηλαβέρη και τα Χρωματοποιεία Πειραιώς, τα οποία από το 1899 μεταφέρονται σε μεγαλύτερες εγκαταστάσεις στο Νέο Φάληρο.
Πέρα λοιπόν από την παρουσία των βιομηχανιών εδώ, η χωροθέτηση του ΑΗΣ είναι ιδανική και για έναν ακόμα σπουδαίο λόγο, μιας και ο σταθμός εκμεταλλεύεται το φυσικό περιβάλλον για τη λειτουργία του. Έτσι, η θαλάσσια οδός προσφέρεται για τη μεταφορά του λιγνίτη από την Αγγλία – την έδρα της ιδιοκτήτριας εταιρείας του ΑΗΣ- και από τον Ωρωπό, αλλά και το απαραίτητο για την παραγωγή του ατμού νερό προέρχεται από τη θάλασσα και τον παρακείμενο Κηφισό ποταμό, στον οποίο και εκχύνεται μετά τη θέρμανσή του.
Μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα ο σταθμός αποτελείται από τρία κτίρια, το κεντρικό, το κτίριο του υποσταθμού και το κτίριο της διοίκησης και δύο δεξαμενές. Τα κτίρια ανεγέρθηκαν σε επαφή το ένα με το άλλο, σταδιακά από το 1896 και σχεδιάστηκαν από Άγγλους μηχανικούς. Η αρχιτεκτονική των βιομηχανικών κτιρίων έτσι κι αλλιώς δίνει έμφαση κυρίως στη λειτουργικότητα και μετά στη ρυθμολογία, γι’ αυτό και ιδιαίτερη μορφολογική μέριμνα παρουσιάζει μόνο η πρόσοψη του κεντρικού κτιρίου, που βρίσκεται σε προβολή και χαρακτηρίζεται από κατακόρυφους άξονες, με ορθογωνικές και τριγωνικές συμμετρίες: Οι πεσσοί, οι βαθμιδωτοί πεσσίσκοι στην κορυφή της στέγης, τα μεγάλα ανοίγματα των υαλοστασίων για το φυσικό φωτισμό του εσωτερικού μαζί με το στρογγυλό φεγγίτη διασπούν την αυστηρότητα και τη μονοτονία της αρχιτεκτονικής που συναντάμε σε τέτοιου είδους οικοδομήματα. Στην είσοδο του κτιρίου οδηγεί μια διπλή κυματοειδής σκάλα και η εμφανής λιθοδομή περιμετρικά του κτιρίου δίνει την εντύπωση ότι αυτό είναι τοποθετημένο πάνω σε βάση. Αυτή η διάρθρωση της όψης θυμίζει σε βασικά της στοιχεία την κύρια όψη του κεντρικού κτιρίου της εργατικής οικιστικής μονάδας Familistére, που είχε ανεγερθεί το 1850, και φαίνεται να είναι ένα κοινό μορφολογικό στοιχείο που έχει χρησιμοποιηθεί και σε άλλα βιομηχανικά κτίρια στην Ελλάδα.

Με τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα, οι συνθήκες για την ανάπτυξη της βιομηχανίας γίνονται ολοένα και πιο ευνοϊκές. Το 1910 η ισοτιμία δραχμής–χρυσού δίνει κάποια ώθηση στην ανάπτυξη αυτή, η οποία ενισχύεται το 1920 με τη νέα δασμολογική πολιτική. Στα χρόνια αυτά σημειώνονται οι πρώτοι μεγάλοι εργατικοί αγώνες για την κατοχύρωση βασικών δικαιωμάτων για τις συνθήκες και το ωράριο εργασίας. Έτσι, το 1916 αποτελεί ένα έτος σταθμό στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος: στη Σέριφο ξεσπά η μεγάλη αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων ενώ από τον ΑΗΣ Νέου Φαλήρου ξεκινά η πρώτη μαχητική απεργία τον τομέα του ηλεκτρισμού.




Τα νέα εργοστάσια λοιπόν, η επέκταση της ηλεκτροδότησης στη σιδηροδρομική γραμμή Αθηνών - Κηφισιάς, οι αυξανόμενες ανάγκες για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σε ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους, μετά και την πληθυσμιακή ανάπτυξη της πρωτεύουσας στη διάρκεια του μεσοπολέμου, οδήγησαν το 1929 στην ολοκλήρωση της κατασκευής ενός μεγαλύτερου ατμοηλεκτρικού σταθμού, στον Άγιο Δημήτριο στο Κερατσίνι. Ο ΑΗΣ Νέου Φαλήρου σιγά σιγά λειτουργεί επικουρικά στη μεγαλύτερη μονάδα και όταν τη δεκαετία του 1940, και οι δύο σταθμοί έχουν ως πρώτη καύσιμη ύλη το πετρέλαιο, συνδέονται μεταξύ τους με υπόγειο δίκτυο αγωγών για τη μεταφορά του. Ο ατμοηλεκτρικός σταθμός του Νέου Φαλήρου συνεχίζει να λειτουργεί εφεδρικά μέχρι το 1972, οπότε κατεβαίνουν οριστικά οι διακόπτες του.
Η γνωριμία μας με το εργοστάσιο του Φαλήρου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Πολλές φορές η έρευνα έφτανε σε αδιέξοδο καθώς αρκετά συχνά η ιστορία των 2 ΑΗΣ της Αττικής συγχέεται στις διαδικτυακές πηγές, κυρίως σχετικά με τις απεργίες των εργατών στα τέλη της δεκαετίας του 1930 και αργότερα με τη μάχη της ηλεκτρικής το 1944. Ήταν όμως και εποικοδομητική γιατί είχαμε την ευκαιρία να επισκεφτούμε τα γραφεία της ΔΕΗ στην οδό Χαλκοκονδύλη και να συζητήσουμε με τον αναπληρωτή τομεάρχη Αρχείων της ΔΕΗ, κ. Δημόπουλο, για την προσπάθεια που καταβάλλεται ώστε να οργανωθεί το μεγάλο Ιστορικό Αρχείο της επιχείρησης. Και παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν για την πλήρη αποκατάσταση του ΑΗΣ Νέου Φαλήρου, η ΔΕΗ επιχειρεί τα τελευταία χρόνια, να προσελκύσει το κοινό, διοργανώνοντας στα ήδη συντηρημένα κτίρια, εκθέσεις και θεατρικές παραστάσεις.
Πηγή: http://www.inexarchia.gr/story/think/atmoilektrikos-stathmos-ais-1903-i-istoria-arhitektoniki-toy-egkataleleimmenoy
1 σχόλιο:
Γεια σε όλους εδώ, το όνομά μου είναι Fumo Sadiku που ζει στην πόλη Μανίντι της Κένυας. Θέλω να πω λίγο περισσότερα για έναν καλό καρδιά που ονομάζεται Benjamin Breil Lee που εργάζεται με χρηματοδοτική υπηρεσία ως υπάλληλος δανείου, ο κ. Benjamin Breil Lee με βοήθησε να πάρω ένα δάνειο 37.115.225,00 σελίνια στον καιρό που προσπαθώ να ξαναγυρίσω για να αυξήσω την επιχείρησή μου, ξέρω ότι υπάρχουν μερικοί από εσάς εδώ που αντιμετωπίζετε οικονομικές δυσκολίες για να μιλήσετε στον κ. Benjamin σχετικά με το app +1-989-394-3740 στο 247officedept@gmail.com Είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό που έκανε για μένα και για τον λογιστή του στην Τράπεζα, καθώς και για τον Λογιστή Hernandez Lucas Σας ευχαριστώ πολύ για τη δουλειά σας.
Δημοσίευση σχολίου